Το Συναίσθημα του Θεραπευτή στην Ψυχοθεραπεία

Για πολλά χρόνια είχα στο μυαλό μου μία εικόνα του θεραπευτή πολύ ψυχρή. Οι σκέψεις που έκανα ήταν ότι ο θεραπευτής ήταν «βράχος», δεν καταβαλλόταν από κανένα συναίσθημα και ήταν εκεί μόνο για τον θεραπευόμενό του. Σύντομα συνειδητοποίησα πόσο λανθασμένη μπορεί να είναι μία τέτοια εικόνα και πόσο ισχυρό θεραπευτικό όπλο μπορεί να είναι το συναίσθημα.

Ο θεραπευτής, πέρα από επαγγελματίας είναι και άνθρωπος. Ή μάλλον, είναι πρώτα άνθρωπος και μετά επαγγελματίας. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι «βράχος». Χρειάζεται να είναι ειλικρινής, για να μπορεί να είναι αποτελεσματικός. Μέρος αυτής της ειλικρίνειας είναι και τα συναισθήματα. Δεν είναι όμως κάτι το ανεξέλεγκτο. Είναι μία ειλικρινής έκφραση της ανθρώπινης ευαισθησίας του θεραπευτή και ακολουθείται συνήθως από δύο ερωτήσεις: 1. Τι μου το προκάλεσε αυτό; και 2. Πώς μπορώ να το χρησιμοποιήσω προς όφελος του θεραπευόμενού μου;

Η ψυχοθεραπεία είναι ένας χώρος που χρειάζεται να προωθεί την ειλικρινή έκφραση των συναισθημάτων του θεραπευόμενου πέρα από την εφαρμογή κάποιας συγκεκριμένης τεχνικής. Πώς λοιπόν μπορούμε να ενισχύσουμε αυτήν την έκφραση αν εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε διατεθειμένοι να εκτεθούμε; Δεν γίνεται, διότι, όσο και να θέλουμε να κάνουμε τα «στραβά μάτια», είμαστε ένα είδος προτύπου για το θεραπευόμενό μας. Αν δεν δείξουμε εμείς πρώτοι ότι είναι ΟΚ να εκφράζουμε τα συναισθήματα μας, πώς μπορούμε να έχουμε την αντίστοιχη απαίτηση από εκείνον; Φυσικά, δεν υπάρχει περιορισμός στο εύρος των συναισθημάτων που μπορεί να νιώσει ένας θεραπευτής και το ίδιο ισχύει και για την άλλη πλευρά.

Επιστρέφοντας στις δύο ερωτήσεις που προανέφερα, για να γίνουν πιο κατανοητές μπορώ να τις φέρω σε ένα παράδειγμα. Ας πούμε ότι υπάρχει ο υποθετικός θεραπευόμενος Χ. που σε κάποια στιχομυθία με θύμωσε. Συνειδητοποιώ, ότι ο θυμός μου προέρχεται από την επιμονή του Χ. να του πω ότι έχει δίκιο. Σκέφτομαι εκεί ότι έχω δύο επιλογές: είτε να του πω ότι όντως έχει δίκιο, με την επίγνωση ότι δεν θα τον βοηθήσω, είτε να χρησιμοποιήσω το συναίσθημα σαν αφορμή συζήτησης. Θα μπορούσα να αξιοποιήσω τον θυμό με τον εξής τρόπο: «Χ., αυτό που κάνεις εμένα με θυμώνει γιατί νιώθω ότι πιέζομαι για να σου πω ότι έχεις δίκιο. Θα ήθελες να το δούμε λίγο καλύτερα και να μου πεις γιατί πιστεύεις ότι μπορεί να συμβαίνει αυτό;». Αυτή θα είναι αφορμή για μία συζήτηση που μπορεί να προωθήσει την αυτογνωσία του θεραπευόμενου και να ισχυροποιήσει τη θεραπευτική σχέση.

Αυτό που θέλω να πω ουσιαστικά είναι ότι το συναίσθημα στον θεραπευτή είναι αναπόφευκτο. Το πώς αξιοποιείται είναι αυτό που μπορεί να κρίνει την επιτυχία ή την αποτυχία στη δημιουργία μιας ειλικρινούς θεραπευτικής σχέσης. Αυτή με τη σειρά της είναι καθοριστική στην επιτυχία μιας ψυχοθεραπείας.